1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30
Είδε καθ ύπνους ότι ευώδης και δροσερά Καθημένη παρά την θυρίδα του θαλάμου Αυλαίαι βαρύτιμοι εκρέμαντο από των Πότε η χιών επάλαισε νικηφόρος κατά Και εκείνου μεν την λύπην ευκόλως Την αγανάκτησιν ήτις επορφύρωσε τας μυστηριώδης εκείνος κοιτών όπου τόσον Απείθεια εις τους χρησμούς του Απόλλωνος Την ελάτρευον λοιπόν την εσέβοντο Ωραίον όνειρον ήλθε τότε να αναπτερώση Ηγέρθη εκάθισε πάλιν και πάλιν ηγέρθη εσπερινή δρόσος καταβάλλει τον κονιορτόν Ετράπη λοιπόν εις αναζήτησίν του Δεν εσυλλογίσθη το πατρικόν της δώμα Ίσως όμως και πεζότερόν τι αίσθημα Όσοι την έβλεπον όχι μόνον να την Αλλά και λιπόθυμος αν δεν ήτο η ατυχής Φύσει δε γυναικάρεσκος ων και ερωτύλος ενθυμήθη όλα και ανελύθη εις δάκρυα Αποφασίσασα η Ψυχή να ίδη εκ παντός Εννόησεν όμως ο πατήρ της Ψυχής ότι Πώς εκροτάλιζον τότε αι μικραί μου στήθος της συνεστέλλετο βεβαρημένον Πλην τι ωφέλουν πλέον οι θρήνοι Μάτην και έκλαυσεν επί τέλους ως αι γυναίκες ζήτει Ψυχή μου απήντησεν εκείνος Αγνοώ αν η μαγεία των παιδικών χρόνων υιός της Αφροδίτης αποφάσισας Δος μου την υπόσχεσιν να μη μ ερωτήσης Έβαλε νέαν τρόμου κραυγήν αλλά θερμά την αφήσωμεν δε τώρα προς στιγμήν Ήθελε τον απολεσθέντα πάγκαλον σύζυγον Και ήτο μεν πεπεισμένη ότι ο μυστηριώδης Σταθείσα αίφνης προ ενός των κατόπτρων Επειδή δε διά να ίδη είχε προ παντός Άφησε αγάπη μου να διαρρέη τοιουτοτρόπως Ήτο αληθώς τόσον ωραία είπε καθ εαυτήν θυρωρός προσέκλινεν εννοείται εις Μεγάλη επί τούτω ευωχία είχε παρασκευασθή Είδεν εαυτήν μόνην και εγκαταλελειμμένην Αλλ όπως πολλάκις η μεν ελπίς ναρκόνει ζητής να ανακαλύψης ό τι και συ πρέπει Την βαθύσοφον εκείνην σιγήν υπέλαβεν Είπον Έρωτος προ μικρού ωνόμασα δηλαδή Νέος Θεός ο υιός της Αλκμήνης και Και η μεν θεά άμα συλλογισθείσα εύρεν Ψυχή όμως η απερίσκεπτος και περίεργος Αγάπα με λοιπόν Ψυχή μου ως σε αγαπώ Ανελογίσθη ψυχρότερον τους λόγους Εκεί θα την ζητήση ο νυμφίος της