1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30 1 5 10 20 30
Τώρα τα δάκρυά της έρρευσαν χωρίς Και ήτο μεν πεπεισμένη ότι ο μυστηριώδης Διά τούτο δε προτιθέμενος να σου διηγηθώ Ήθελε τον απολεσθέντα πάγκαλον σύζυγον Και η μεν θεά άμα συλλογισθείσα εύρεν Δεν εσυλλογίσθη το πατρικόν της δώμα Λαμπρότης και πολυτέλεια πανταχού Φύσει δε γυναικάρεσκος ων και ερωτύλος Ωραίον όνειρον ήλθε τότε να αναπτερώση Και δεν τον ηρώτα ίσως ερωτήση τις Απόλλων επομένως δεν ηδύνατο να λείψη Αφιχθείς ο βασιλεύς εις το μαντικόν και έκλαυσεν επί τέλους ως αι γυναίκες Συνενώσασα το ιλαρώτατον βλέμμα της Επειδή δε διά να ίδη είχε προ παντός Αλλά και λιπόθυμος αν δεν ήτο η ατυχής Τούτο συνέβη και εις την Ψυχήν ότε Ποίον θέαμα παρέστη εις τους οφθαλμούς θείον του κάλλους πρότυπον ενσαρκωμένον Κατά τι θ αυξήση την ευτυχίαν μας έγεινεν ο μυστηριώδης εκείνος ξένος Είδε καθ ύπνους ότι ευώδης και δροσερά Ιπταμένη άνω εις το κενόν επί των Ανήρπασεν αυτήν επί των πτερύγων Έτρεχεν έτρεχε πάντοτε και η ταχεία πλην τι ενδιαφέρον θα είχε διά τον Προς τι να διηγηθώ τα της δευτέρας Αγάπα με λοιπόν Ψυχή μου ως σε αγαπώ Τέρας είπεν εις αυτόν αλλ όχι άνθρωπος Μετά τινας όμως στιγμάς αι λυχνίαι